(1)
Ένας κοντός κοντακιανός
που 'χε όμορφη γυναίκα
βαρεία τον χαρατσώσανε
ένα βαρύ χαράτσι
(3)
Μα πάλι δεν τον σώσανε
το φόρο να πληρώσει
Παίρνει ο κοντός την έμμορφη
στο φόρο κατεβαίνει
(5)
Για πέ μου τα παζάρια της,
για πέ μου τα προικιά της.
-Το 'να της χείλι χίλια πα
και τ' άλλο δυο χιλιάδες
και το γαιτανοφρύδι της
αμέτρητους παράδες.
(7)
- Πέ μου κόρη το γένο σου
πέ μου και τη γενιά σου
-Ο κύρης μου αφ' την Έρημο
κι η μάνα σου απ' τη Δύση.
(9)
Σηκώνειτο μπαζάκι του
και 'φανη το σημάΐ |
(2)
Πουλεί χωράφια αθέριστα
πουλεί και θερισμένα
Πουλεί αμπέλια ατρύγητα
πουλεί και τρυγημένα.
(4)
Εκεί μακρύς τον απαντά
εκεί μακρύς τον λέγει
-Πουλείς κοντέ την έμμορφη;
-Πουλώ κι αγόρασε την.
(6)
Παίρνει ο μακρύς την έμμορφη
και στον οντά του πάει
και κεί που την αγκάλιασε
και πα να την φιλήσει
άστραψε ο θεός και βρόντησε
να τους καταποντίσει.
(8)
Έχομε κι ένα αδελφό
εις την θεσσαλονίκη
Έχομε κι έναν αδελφό
που καεί στο ποδάρι
(10)
-Αντ' αδελφή στο σπίτι σου
άντε και στα παιδιά σου
όσα λεφτά εμέτρησα
ας είν' για τα προικιά σου. |